- διωκτή
- διωκτόςdriven into exilefem nom/voc sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
διώκτῃ — διώκτης masc dat sg (attic epic ionic) διωκτήρ pursuer masc dat sg (attic epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
погонити — ПОГОН|ИТИ (7*), Ю, ИТЬ гл. 1.Пуститься в погоню: погониша по нихъ ˫авидъ. и ербетъ со тфѣричи… || …i биша ˫а подъ торопчемь. ЛН ок. 1330, 131–131 об. (1245). 2. Гнать: ти видѣти ѥсть вѡ тъ гѡдъ. аки рѣку рыбы пловуща купно. тѣхъ погѡнить. кѡѥгѡ… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
διωκτικός — ή, ό αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον διώκτη ή στη δίωξη, ο κατάλληλος για δίωξη («διωκτικές αρχές») … Dictionary of Greek
θεόφοβος — (; – 842). Βυζαντινός στρατηγός που έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεόφιλου. Για την καταγωγή του δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες, ωστόσο, κατά την άποψη άγνωστου χρονογράφου, η μητέρα του ήταν φτωχή και άσημη και ο πατέρας του Πέρσης… … Dictionary of Greek
Αιμιλιανός — I (Marcus Aemilius Aemilianus, Μαυριτανία 206 – Σπολέτο Ιταλίας 253 μ.Χ.). Ρωμαίος αυτοκράτορας (253). Ως διοικητής της Μοισίας απέκρουσε επιδρομές Γότθων και αναγορεύτηκε αυτοκράτορας από τον στρατό του το 252. Στις αρχές του 253 εισέβαλε στην… … Dictionary of Greek
Ιόλαος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Βοιωτός ήρωας, τον οποίο τιμούσαν ιδιαίτερα στη Θήβα. Ήταν ανιψιός, φίλος και ηνίοχος του Ηρακλή, ο οποίος τον έπαιρνε για βοηθό του, ακόμα και σε μερικούς από τους άθλους του. Ο Ηρακλής έχτισε προς τιμήν του ναό στη Σικελία … Dictionary of Greek
Λασκαράτος, Ανδρέας — (Ληξούρι Κεφαλονιάς 1811 – 1901). Σατιρικός ποιητής και πεζογράφος. Ακολούθησε εγκύκλιες σπουδές στην Κέρκυρα και ένας από τους δασκάλους του ήταν ο Ανδρέας Κάλβος· στην ίδια πόλη γνώρισε τον Διονύσιο Σολωμό, στον οποίο και διάβαζε τα ποιήματά… … Dictionary of Greek
Μουρούζης — Επώνυμη βυζαντινής και φαναριώτικης οικογένειας. Μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους (1204), οι Μ. κατέφυγαν στην Τραπεζούντα και συνδέθηκαν με τον εκεί αυτοκρατορικό οίκο. Ο φαναριώτικος κλάδος εγκαταστάθηκε το 1665 στη… … Dictionary of Greek
Φειδίας — (Αθήνα 5ος αι. π.Χ.). Έλληνας γλύπτης. Μαθήτευσε στη σχολή του Ηγίου ή του Αγελάδα και οι περισσότερες αρχαίες χρονολογικές πηγές, όπως και ο Πλίνιος, τοποθετούν την ανώτατη ακμή του γύρω στα 448 π.Χ., ενώ πολλοί συγγραφείς μιλούν για τα… … Dictionary of Greek